- Δευκαλίωνα
- Δευκαλίωνmasc acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
πύρρα — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Κόρη του Επιμηθέα και της Πανδώρας, σύζυγος του Δευκαλίωνα, μητέρα του Έλληνα, του Άμφικτίονα και της Πρωτογένειας. 2. Κόρη του Κρέοντα, βασιλιά της Θήβας, και αδελφή της Ηνιόχης. 3. Άλλη ονομασία της Δηιδάμειας,… … Dictionary of Greek
Αμφικτύων — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. O τρίτος βασιλιάς της Αθήνας. Έδιωξε τον πεθερό του Κραναό, διάδοχο του Κέκροπα, υποχρεώθηκε όμως μετά από δώδεκα χρόνια να παραδώσει τον θρόνο στον Εριχθόνιο. Ήταν γιος ή σύγχρονος του Δευκαλίωνα και έφερε στην… … Dictionary of Greek
Ελλαδα - Μυθολογία — ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ Το μυθολογικό υλικό είναι αποτέλεσμα της προσπάθειας των αρχαίων κοινωνιών να ερμηνεύσουν τον κόσμο, τη ζωή και τις σχέσεις των ανθρώπων. Οι ελληνικοί μύθοι αποτελούν μια κοινωνική, συλλογική προσπάθεια κατανόησης και… … Dictionary of Greek
PROMETHEUS — Iapeti et Clymenes fil. teste Poeta. Κούρην δ᾿ Ι᾿άπετος καλλίσφυρον Ω᾿κεανίνην Η᾿γάγετο Κλυμένην, καὶ ὁμὸν λέχος εἰσανέβαινεν, Η῾δὲ οἰ Α῎τλαντα κρατερόφρονα γείνατο παῖδα. Τίκτε δ᾿ ὑπερκύδαντα Μενοὶτιον, ἠδὲ Προμηθέα Ποικίλον, αἰολομῆτιν. Filium… … Hofmann J. Lexicon universale
TEMPLA — loca dicuntur publica, im Dei honorem erecta, eiusque cultui destinata. Alias Sacrae Aedes, Fana, Delubra, Basilicae, etc. quae tamen voces, rem accuratius pensiculanti, non unum idemque penitus designant. Clemens, cui Eusebius astipulatur, non… … Hofmann J. Lexicon universale
Θεσσαλός — I Μυθολογικό πρόσωπο. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο (7, 176), ο Θ. έδωσε το όνομά του στη Θεσσαλία, περιοχή που μέχρι τότε έφερε διάφορες ονομασίες: Αιολία, Αιμονία, Ελλάς, Δρυοπίς και Γραικία. Ο Θ. καταγόταν από τη Θεσπρωτία της Ηπείρου και ήταν… … Dictionary of Greek
αέθλιος — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του Δία ή του Αίολου και της Πρωτογένειας, κόρης του Δευκαλίωνα και της Πύρρας. Πατέρας του βασιλιά της Ήλιδας Ενδυμίωνα. Προστάτης των αγώνων. 2. Εγγονός του προηγούμενου, γιος του Ενδυμίωνα από την Υπερίππη … Dictionary of Greek
κατακλυσμός — Η πλημμύρα που πιστεύεται ότι κατέκλυσε την επιφάνεια της Γης κατά τους προϊστορικούς χρόνους, την οποία αφηγείται η Παλαιά Διαθήκη και άλλες 68 εξωβιβλικές πηγές, από τις οποίες 5 προέρχονται από τους λαούς της Αμερικής, 36 από την Ευρώπη, 13… … Dictionary of Greek
κλύμενος — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Ήταν βασιλιάς της Αρκαδίας και γιος του Τελέου. Ερωτεύτηκε την κόρη του, Αρπαλύκη, την οποία, αφού απέσπασε από τον σύζυγό της, έκανε μητέρα. Η Αρπαλύκη σκότωσε το παιδί που γέννησε και το παρέθεσε ως φαγητό στον… … Dictionary of Greek
μόλος — Μυθολογικό πρόσωπο. Νόθος γιος του Δευκαλίωνα, ετεροθαλής αδελφός του Ιδομενέα και πατέρας του Μυριόνη. Στην Ιλιάδα αναφέρεται ότι, όταν ο τελευταίος έφευγε για την Τροία, ο πατέρας του τού έδωσε, για να προστατεύει το κεφάλι του από τα εχθρικά… … Dictionary of Greek